Από την παρουσίαση των περιουσιακών στοιχείων του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Στέφανου Κασσελάκη, ξεκίνησε η συνέντευξη του υπουργού Επικρατείας Άκη Σκέρτσου, το βράδυ της Δευτέρας, στο “Kontra Channel”.
«Δεν μπορεί κανείς να δηλώσει ικανοποιημένος από αυτό το τηλεοπτικό show. Αυτό δεν συνιστά τη θεσμική διαδικασία κατάθεσης της δήλωσης της περιουσιακής κατάστασης που δεσμεύει όλους τους υπόχρεους. Δεν νομίζω ότι έπρεπε να φθάσουμε σε αυτό το σημείο και να γίνει με αυτόν τον τρόπο. Δεν συνιστά μια επίσημη κατάθεση. Δεν έχουμε γνώση των πραγματικών δεδομένων», ήταν το εισαγωγικό σχόλιό του.
Στην παρατήρηση, μάλιστα, ότι η πλατφόρμα υποβολής πόθεν έσχες είναι κλειστή, απάντησε ότι ο υπόχρεος έχει τη δυνατότητα να καταθέσει τη δήλωσή του εγγράφως. «Θα μπορούσε να το είχε κάνει στο πλαίσιο της ηθικής υποχρέωσης που παραδέχεται και ο ίδιος ότι έχει ως νέος αρχηγός ενός κόμματος, του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης», αντέτεινε ο ‘Ακης Σκέρτσος και συνέχισε:
Ο Στ. Κασσελάκης «οφείλει να παράγει ένα νέο ηθικό υπόδειγμα και ηθικό παράδειγμα. Αυτό το έκανε μετά από πάρα πολλή πίεση και όχι επειδή είναι κάποιο δικό μας καπρίτσιο. Αυτό λέει το Σύνταγμα, αυτό λένε οι νόμοι μας, ότι τα πολιτικά πρόσωπα οφείλουν να γνωστοποιούν την περιουσιακή κατάστασή τους. Δεν ξέρω, δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να ισχύει κάτι διαφορετικό για τον κ. Κασσελάκη».
Ειδικότερα, «ο κ. Κασσελάκης ελέγχεται για την αρχική δήλωση περιουσιακής κατάστασης που οφείλει να κάνει ένα πολιτικό πρόσωπο όταν αναλαμβάνει συγκεκριμένο θεσμικό ρόλο. Ο κ. Μητσοτάκης έχει καταθέσει είκοσι φορές. Είκοσι χρόνια ελέγχεται ως πολιτικό πρόσωπο για την περιουσιακή κατάστασή του, έχει ελεγχθεί εξονυχιστικά. Έχει ελεγχθεί και από τις κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ που επί πέντε χρόνια τον είχαν στοχοποιήσει προσωπικά, τον ίδιο και τη σύζυγό του. Παρά τις φήμες, τη δυσφήμιση, τη συνωμοσιολογία, τα δημοσιεύματα, τον κιτρινισμό, δεν βρέθηκε τίποτε», επεσήμανε ο υπουργός Επικρατείας και χαρακτήρισε «θλιβερό», όπως είπε, το γεγονός ότι «ένας νέος άνθρωπος, όπως ο κ. Κασσελάκης, ο οποίος έρχεται από το εξωτερικό με άλλες παραστάσεις, έχει απορροφηθεί τόσο γρήγορα από την ψυχή του ΣΥΡΙΖΑ και από τον πολακισμό. Το είχαμε επισημάνει και όταν διεκδικούσε την αρχηγία, ότι η τοξικότητα που καταδικάσθηκε πέρυσι στις κάλπες και που είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται και αντιπολιτεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ, δυστυχώς δεν έχει εγκαταλειφθεί από τον κ. Κασσελάκη».
Στο ερώτημα αν και η ΝΔ μετέρχεται την τοξικότητα στην πολιτική αντιπαράθεση, ο ‘Ακης Σκέρτσος απάντησε ως εξής: «Εμείς προσπαθούμε να μιλάμε με εντιμότητα, με τεκμηρίωση, να μη λέμε άλλα και να κάνουμε άλλα. Βλέπω πάρα πολλές αντιφάσεις στην πολιτική παρουσία του κ. Κασσελάκη και λυπάμαι πάρα πολύ για αυτό», διαπίστωσε επίσης.
Έφερε δε, ως παράδειγμα τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στην υπόθεση του κόμματος των Σπαρτιατών, όπου «δεν κατέθεσε υπόμνημα στη δικαιοσύνη, ως θα όφειλε, για να απαγορευθεί η συμμετοχή του στις ευρωεκλογές. Το κατέθεσε η Νέα Δημοκρατία». ‘Αλλο παράδειγμα, σύμφωνα με τον κ. Σκέρτσο, είναι η οικονομική πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης: «Λέει ότι δεν πρέπει να πάμε πάλι σε μνημόνια και να χρεοκοπήσει η χώρα, αλλά καταθέτει μια πρόταση η οποία κοστίζει 45,8 δισεκ. ευρώ. Ξανά με λεφτόδεντρα, ξανά ακοστολόγητα, ξανά να ρίξουμε την οικονομία στα βράχια;», διερωτήθηκε κλείνοντας το σχετικό απόσπασμα.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο υπουργός Επικρατείας ερωτηθείς για το εάν η Νέα Δημοκρατία θα δημοσιοποιήσει τα χρήματα που διέθεσε για τη διαφημιστική δαπάνη της προεκλογικής περιόδου, ήταν κατηγορηματικός: «Δεν πρόκειται να κρύψουμε τίποτε». Ενώ για τα χρέη της ΝΔ είπε πως είναι απολύτως ρυθμισμένα και εξυπηρετούνται.
Στα οικονομικά, κληθείς να πάρει θέση γιατί η κυβέρνηση δεν μειώνει το ΦΠΑ, γιατί δεν μειώνει τους έμμεσους φόρους εν γένει, ο υπουργός Επικρατείας επικαλέσθηκε την εκτεταμένη φοροδιαφυγή ως έναν από τους λόγους. Πάντως, σε βάθος πενταετίας η Ελλάδα ήλεγξε καλύτερα τον πληθωρισμό από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, υποστήριξε.
Και για το πολιτικό πλαίσιο των ευρωεκλογών, τέλος, σημείωσε ότι «όσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θέτουν τις σωστές προτεραιότητες για τα θέματα και τα προβλήματα που επηρεάζουν, δημιουργούν ανασφάλεια στη ζωή των ευρωπαίων πολιτών, τόσο θα αυξάνεται η επιρροή των συστημικών κομμάτων και όχι των αντισυστημικών και ακραίων φωνών. Οι ακραίες, ακροδεξιές ή ακροαριστερές φωνές ενδυναμώνονται, όσο σφυρίζουμε αδιάφορα με τα προβλήματα που μας λένε ότι έχουν οι πολίτες. Στην ασφάλεια, στη μετανάστευση, στην ακρίβεια που ροκανίζει το εισόδημα, στις θέσεις εργασίας», κατέληξε.