Αντιμέτωπη με ένα μεγάλο πληθωριστικό σοκ βρίσκεται η ελληνική οικονομία, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία και των κυρώσεων που έχει επιβάλει η Δύση στη ρωσική οικονομία. Ήδη, και ουσιαστικά πριν προλάβει το ξέσπασμα του πολέμου να επηρεάσει τα οικονομικά δεδομένα, η Eurostat κατέγραψε πληθωρισμό της τάξης του 6,3% για την Ελλάδα τον Φεβρουάριο, κάτι το οποίο συνεπάγεται ότι τα τελικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που θα ανακοινωθούν στα μέσα Μαρτίου, θα «δείξουν» ένα ποσοστό κοντά στο 7%. Αναλόγως και των εξελίξεων, ορισμένοι αναλυτές ανησυχούν ότι θα υπάρξει και διψήφιο ποσοστό στην πορεία. Παράλληλα, παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι θα υπάρξει νέο μεγάλο κύμα ανατιμήσεων σε κάποια προϊόντα της αγοράς, η οποία θα φτάσει και το 40%.
Άνοδος σε τιμές
Οι πληθωριστικές συνέπειες θα αφορούν και στις εισαγωγές από σιτηρά και δημητριακά. Tα συμβόλαια Μαρτίου στην Ευρώπη σε σιτάρι και αραβόσιτο έφτασαν στα 390 και 375 ευρώ/τόνο, αντίστοιχα, καθώς, εκτός τού ότι Ουκρανία και Ρωσία είναι μεγάλοι εξαγωγείς παγκοσμίως, εντείνεται και η αποθεματοποίηση, πιέζοντας τόσο τους παραγωγούς όσο και τις τελικές τιμές των προϊόντων (π.χ. ψωμί, ζυμαρικά). Η Ελλάδα εισάγει περίπου 230.000 τόνους σιτηρά ετησίως από τη Ρωσία και την Ουκρανία, ενώ παράλληλα εξάγει προς την Ουκρανία ετησίως 32.000 τόνους φρούτα και λαχανικά.
Στα ύψη οι τιμές στην ενέργεια
Με τη δίνη της εκτόξευσης του ενεργειακού κόστους βρίσκονται αντιμέτωπες οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, λαμβάνοντας κάθε μήνα υψηλότερους λογαριασμούς, για τη χρήση ρεύματος και φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με νέα έρευνα του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας με τη συμμετοχή επιχειρήσεων – μελών του, για το 66% των επιχειρήσεων αυτών η λειτουργία τους επηρεάζεται πολύ από την αύξηση της ενέργειας και για το 28% αρκετά, με αποτέλεσμα ένας στους τρεις επιχειρηματίες να μην γνωρίζει ή να μην μπορεί να υπολογίσει με ακρίβεια το ποσοστό αύξησης των τιμολογίων ενέργειας για την επιχείρησή του.
Από τα συμπεράσματα της ίδιας έρευνας προκύπτει ότι το κόστος ενέργειας για τις επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά μέσο όρο τον τελευταίο χρόνο κατά 85%, με τις μισές επιχειρήσεις που συμμετείχαν να βλέπουν αύξηση στα τιμολόγιά τους πάνω από 90% και το 40% να εκτιμά την αύξηση μεταξύ 21 και 50%.
Παράλληλα, στα ύψη βρίσκεται και το πετρέλαιο τύπου brent στις χρηματιστηριακές αγορές, ενώ είναι θέμα ημερών να φτάσει η μέση τιμή της αμόλυβδης στα 2 ευρώ / λίτρο στην Ελλάδα.
Αρνητικές επιπτώσεις και στον τουρισμό, κυρίως στην Βόρεια Ελλάδα, αλλά και μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων τουλάχιστον κατά 5%.
Κόστος και δημοσιονομικά
Από εκεί και πέρα, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας παραδέχτηκε ότι «θα έχουμε πιθανό κόστος στον τουρισμό, άμεσο και έμμεσο, και ηπιότερα θα είναι τα χαρακτηριστικά όσον αφορά το ισοζύγιο, δηλαδή τις εισαγωγές, εξαγωγές ή άμεσες ξένες επενδύσεις», για να συμπληρώσει πως «θα υπάρχουν και πρόσθετες δυσμενείς συνέπειες, όπως θα είναι η αύξηση του κόστους δανεισμού της χώρας».
Μεγάλο ζήτημα αποτελεί το τι θα αποφασίσει η Κομισιόν και για τα δημοσιονομικά του 2023, αν και μέχρι τότε αναμένεται να υπάρξουν πολλές εξελίξεις. Η Κομισιόν εξέδωσε τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής το 2023, όπου μεταξύ άλλων αναφέρει ότι «η βιωσιμότητα του χρέους θα πρέπει να διασφαλιστεί μέσω σταδιακής και υψηλής ποιότητας δημοσιονομικής προσαρμογής και μέσω της οικονομικής ανάπτυξης», αφήνοντας, ωστόσο, ανοιχτό το ενδεχόμενο να ισχύει η ρήτρα διαφυγής και το 2023, αν και θα υπάρξει επικαιροποίηση τον Μάιο.