Η παραπομπή Μενέντεζ σε δίκη και η απομάκρυνσή του από την κρίσιμη προεδρία της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας, οι συνέπειες αυτής της εξέλιξης για τα συμφέροντα της Ελλάδας στο Κογκρέσο και την Ουάσιγκτον, καθώς και ο ρόλος του εν γένει ελληνοαμερικανικού λόμπι, αναλύονται στην εκπομπή του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου «Με το Πρώτο στην Ευρώπη και τον Κόσμο» (Α’ Πρόγραμμα, Σάββατα και Κυριακές 12.00-13.00). Καλεσμένος είναι ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και γνώστης της αμερικανικής πολιτικής Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος.
Xωρίς να εισέλθει κανείς στην ουσία της δικαστικής πλευράς της παραπομπής Μενέντεζ σε δίκη, τη δεύτερη μέσα σε μερικά χρόνια, και τη φορά αυτή με τις βαριές κατηγορίες του χρηματισμού έως και τις διαρροής εμπιστευτικών πληροφοριών που αφορούν την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ σε τρίτους, να αναφερθεί αυτό που σημειώνουν παρατηρητές κι αναλυτές στις ΗΠΑ: Μετά τη δίωξη που του ασκήθηκε, την άρνησή του να παραιτηθεί, την αντιπαράθεση με την ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος, την αποξένωσή του από πολλούς Δημοκρατικούς Γερουσιαστές και τις απαξιωτικές αναφορές των αμερικανικών ΜΜΕ στο πρόσωπό του, ακόμη και στην περίπτωση που ο Ρόμπερτ Μενέντεζ απαλλαγεί των κατηγοριών, δύσκολα θα καταφέρει να επουλώσει τις βαριές πληγές στο προφίλ του.
Για τους Δημοκρατικούς, ο Μενέντεζ εξελίσσεται σε “ξένο σώμα”, με ό, τι θα συνεπάγεται κάτι τέτοιο για το μέλλον του. Απ’ό,τι φαίνεται θα διατηρήσει την έδρα του έως τη λήξη αυτής της θητείας του στη Γερουσία τον Ιανουάριο του 2025, αλλά ως απλός Γερουσιαστής, μια και έχει αντικατασταθεί στην θέση του Προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων. Επιπλέον, όλο αυτό το διάστημα θα έχει απωλέσει το κύρος και την επιρροή του. Και το πιθανότερο είναι πως είτε δεν θα κατεβεί στις επόμενες εκλογές από μόνος του, είτε γιατί θα αντικατασταθεί από το κόμμα του. Κατά συνέπεια, ο Ρόμπερτ Μενέντεζ δεν θα μπορέσει στο μέλλον να έχει την μεγάλη χρησιμότητα που συνεπαγόταν όλα τα προηγούμενα χρόνια για την Ελλάδα, και η οποία οδήγησε την ομογένεια στις ΗΠΑ σε γενναίες δωρεές στήριξης της καμπάνιας του.
Ο Μενέντεζ έχει δηλώσει πως θα διατηρήσει την έδρα του στη Γερουσία και ότι θα αγωνιστεί για να αποδείξει την αθωότητά του. Η τυχόν διαδικασία καθαίρεσής του –που έχει προτείνει ο συνάδελφός του Δημοκρατικός γερουσιαστής Φέτερμαν από την Πενσυλβάνια- είναι μια διαδικασία που απαιτεί την ύπαρξη πλειοψηφίας 2/3 και έχει να συμβεί από την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου.
Επομένως το πιθανότερο είναι τα πράγματα να μείνουν επί του παρόντος ως έχουν, δηλαδή μόνον στην απομάκρυνσή του από την προεδρία της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, εν αναμονή της δίκης του, που ανακοινώθηκε πως θα ξεκινήσει τον ερχόμενο Μάιο του 2024.
Από την άλλη, στην αποτελούμενη από 21 μέλη Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας (11 Δημοκρατικοί και 10) εξελέγη προσωρινά πρόεδρος ο γερουσιαστής Μπεν Κάρντιν, Δημοκρατικός από την πολιτεία του Μέριλαντ, δηλαδή την πολιτεία που εκλεγόταν παλιά ο Πολ Σαρμπάνης. Ο Κάρντιν είχε καλές σχέσεις με τον Μενέντεζ, όπως και με το ελληνικό στοιχείο της πολιτείας του, είναι υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και έχει κι αυτός ασκήσει κριτική στον Πρόεδρο Ερντογάν. Από την άλλη θεωρείται πως είναι οπαδός των ρεαλιστικών προσεγγίσεων στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τις ελληνικές υποθέσεις στην Ουάσιγκτον.
Με τον κ. Αρβανιτόπουλο συζητώνται τα θέματα που βρίσκονται αυτή την εποχή στην ατζέντα της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής γερουσίας και που αφορούν τις ελληνοαμερικανικές και τουρκοαμερικανικές σχέσεις, καθώς και το ποιος είναι ο θεσμικά και πολιτικά ο ρόλος του προέδρου της Επιτροπής. Πάντως από τον ίδιο τον Ερντογάν έως πολλά τουρκικά ΜΜΕ υπήρξε από ανακούφιση, μέχρι και πανηγυρισμοί για την απομάκρυνση Μενέντεζ. Κι ακόμη, δεν είναι ίσως τυχαίο πως μια μέρα μετά την ανακοίνωση της παραπομπής του σε δίκη έγινε μια ξαφνική και μη προγραμματισμένη συνάντηση στη Νέα Υόρκη των υπουργών Εξωτερικών των ΗΠΑ και της Τουρκίας Α. Μπλίνκεν και Χ. Φιντάν
Από την άλλη, η Ελλάδα έχει κι άλλους φίλους στη αμερικανική γερουσία, αν και από την εποχή του Πολ Σαρμπάνη, της Ολυμπία Σνόου και παλιότερα του Πολ Τσόγκα δεν υπάρχουν μέλη της με ελληνική καταγωγή. Είναι όμως μεταξύ των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων μια σειρά από πρόσωπα με ελληνικές ρίζες ή ισχυρούς δεσμούς με την Ελλάδα, όπως ο Τζον Σαρμπάνης-Δημοκρατικός από το Μέριλαντ, ο Γκας Μπιλιράκης-Ρεπουμπλικανός από την Φλόριντα, η Νίκη Τσόνγκα -Δημοκρατική από τη Μασαχουσέτη, η Ντίνα Τάιτους-Δημοκρατική από τη Νεβάδα, η Νικόλ Μαλλιωτάκη-Ρεπουμπλικανή από τη Νέας Υόρκη,ο Κρις Πάππας- Δημοκρατικός από το Νιου Χαμσάιρ, ενώ και ο γιός Ρόμπερτ Μενέντεζ Τζούνιορ είναι Δημοκρατικός Βουλευτής του Ν.Τζέρσεϊ. Με τον κ. Αρβαντόπουλο συζητείται το ποια είναι η κατάσταση του «Ελληνικού Λόμπι» εντός του Κογκρέσου, αλλά και γενικότερα στην αμερικανική πολιτική.
Τελικά, η υπόθεση Μενέντεζ οδηγεί σ’ ένα θεμελιώδες συμπέρασμα: Η ασφάλεια μιας χώρας που αντιμετωπίζει υπαρξιακές απειλές δεν μπορεί να εξαρτάται από μεμονωμένα πρόσωπα, προσωπικές σχέσεις ή περιστασιακές συμμαχίες στο εξωτερικό, αλλά σε μακροχρόνιες στρατηγικές, συντονισμό των πρωτοβουλιών της ομογένειας, απαίτηση για εξαργύρωση των σχέσεων που έχουν διαμορφωθεί με τις ΗΠΑ και άλλες χώρες προς τα έξω, αλλά και αύξηση της αποτρεπτικής ικανότητας της χώρας και διαμόρφωση πολιτικής συναίνεσης και οικονομικής ισχύος στο εσωτερικό.