Μαρτυρία Iερομονάχου Ιακώβου:
Μία φορά, ως μοναχός, καθάριζα το Ιερό του αγίου Δαυίδ [του αγίου Δαυίδ του Γέροντα].
Μπαίνει ο Γέροντας [ο άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης] μέσα, πάει μπροστά στην εικόνα του αγίου Δαυίδ, αρχίζει να μιλάη στον Άγιο, να του διαβάζη ένα γράμμα και να του λέη για κάποιον ασθενή να πάη να τον κάνη καλά.
Τα έλεγε αυτά γεμάτος συγκίνηση και πόνο, λες και ήταν ο Άγιος δίπλα του, παρών, και όντως ήταν.
Εμένα μου έπεσε το φαράσι μέσ ̓ στο Ιερό που σκούπιζα και ρώτησε:
– Ποιος είναι μέσα;
– Γέροντα, εγώ, του λέω.
– Ιλαρίωνά μου, έχεις ώρα; Άκουσες αυτά που έλεγα; Μην με παρεξηγήσης, έχω πάρει κάτι χάπια για την καρδιά και βλέπω παραισθήσεις, τα ̓χω χαμένα, έχω ζαλάδα.
Και ύστερα πρόσθεσε:
– Πάτερ, μην λες τίποτα, τι άκουσες και τι είδες, μην μας κοροϊδέψουν.
– Να ‘ναι ευλογημένο, Γέροντα.
Το απόγευμα, με είδε στην κουζίνα που μαγείρευα, γιατί είχα το διακόνημα του μάγειρα και ήμουν βοηθός του π. Κυρίλλου, και μου λέει διακριτικά:
– Ιλαρίωνά μου, χίλια συγγνώμη που σου είπα ψέματα το πρωί στην Εκκλησία. Δεν είχα ζαλάδα, ούτε χάπια πήρα, αλλά απλά ήθελα να κρύψω την αρετή της προσευχής και την επικοινωνία που έχω με τον Άγιο, μήπως πέσω σε κενοδοξία και χαθώ. Ό,τι θέλω, έτσι το ζητώ από τον Άγιο και μου το δίνει.
Απόσπασμα από το βιβλίο, ο «Γέρων Ιάκωβος, (Διηγήσεις, νουθεσίες, μαρτυρίες), των εκδόσεων Ενωμένη Ρωμηοσύνη.