Του Γεωργίου Καραμαδούκη
Μια από τις βασικότερες αξίες των αρχαίων Ελλήνων υπήρξε αυτή της ευσέβειας. Μπορεί το κράτος να δεχόταν την έλλειψη θρησκευτικής πίστης, αλλά με την προϋπόθεση ότι αυτή δεν θα οδηγούσε σε πράξεις μη σεβασμού και απόρριψης των θρησκευτικών δοξασιών και ιεροτελεστιών της πόλης. Χαρακτηριστικό υπήρξε το παράδειγμα του Σωκράτη που κατηγορήθηκε για ασέβεια προς τους θεούς που πίστευε η πόλη με την εισαγωγή νέων δαιμονίων.
Η κατηγορία της ασέβειας που ήταν συνυφασμένη με την ύβρη ήταν τόσο σοβαρή, που ήταν σχεδόν αδύνατο κάποιος κατηγορούμενος να παραμείνει στην πόλη. Βέβαια η ύβρη σχετιζόταν όχι μόνο με το μη σεβασμό στα θεία, αλλά και με την υπέρμετρη αλαζονεία του ανθρώπου που επέφερε την τιμωρία των θεών. Αυτό επισημαίνεται άλλωστε στην πλειονότητα των αρχαίων τραγωδιών.
Η πίστη προς τους αρχαίους θεούς σχετίζονταν με διάφορες δοξασίες σε σχέση με την θεϊκή παρέμβαση όπως: α) οι θεοί έλεγχαν την έκβαση όλων των πραγμάτων και επομένως οι προσφορές προς αυτούς θα λειτουργούσαν θετικά β) οι θεοί μπορούσαν να θεραπεύσουν ασθένειες μέσω των ασκληπιείων γ) οι θεοί μπορούσαν να δώσουν μέσω των μαντείων διφορούμενους χρησμούς για τα μελλούμενα.
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν στην αθανασία της ψυχής και αυτό δηλώνεται από το γεγονός ότι πέρα από τους ολύμπιους θεούς υπήρχαν και οι χθόνιοι θεοί του κάτω κόσμου, όπως ο Άδης, η Περσεφόνη και η Εκάτη. Πέραν τούτου υπήρχαν και μυστηριακές λατρείες που υπόσχονταν αθανασία της ψυχής και ευτυχισμένη μεταθανάτια ζωή. Σε αντίθεση με τους θνητούς ανθρώπους οι θεοί εμφανίζονταν αθάνατοι, καθώς εκπροσωπούσαν αιώνιες δυνάμεις.
Πολύ σημαντικό ρόλο στην αρχαία ελληνική θρησκεία έπαιζαν οι διάφορες τελετουργίες, καθώς μέσα από αυτές εξευμενίζονταν οι θεότητες και εξασφαλίζονταν η υποστήριξή τους. Οι λατρείες διεξάγονταν στα πλαίσια της οικογένειας, ευρύτερων κοινωνικών ομάδων, του δήμου, της φυλής αλλά και πανελληνίως. Οι ιεροτελεστίες ήταν σημαντικές όχι μόνο γιατί μέσω αυτών ικανοποιούνταν οι θεοί, αλλά και επειδή ήταν συνδεδεμένες με σημαντικά στάδια της ανθρώπινης ζωής. Έτσι οι λεγόμενες διαβατήριες τελετές διεξάγονταν σε περιπτώσεις γεννήσεων, ενηλικιώσεων, γάμων και θανάτων.
Σημαντικό κομμάτι στις ιεροτελεστίες ήταν αυτό της θυσίας. Οι αρχαίοι προέβαιναν σε αυτές διότι υπήρχε η δοξασία πως οι θεοί τρέφονταν και αγάλλονταν από την μυρωδιά του καπνού που αναδυόταν από τον βωμό, με αποτέλεσμα να πετυχαίνουν έτσι την εύνοιά τους οι άνθρωποι. Σύμφωνα με τις απόψεις νεότερων φιλοσόφων, όπως των Έντγουαρτ Τέιλορ και Γουίλιαμ Σμιθ, η θυσία δεν σχετιζόταν μόνο με την ανταπόδοση προς τους θεούς, αλλά και με την ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων μεταξύ των πολιτών (συμμετοχή στην θυσία και στο φαγητό του θυσιαζόμενου ζώου).
Η θρησκεία βλέπουμε από τα παραπάνω πως συνδεόταν με το κράτος. Η τήρηση των τελετουργιών κωδικοποιούνταν από πολύ νωρίς με νόμους, οι οποίοι σκαλίζονταν σε πέτρα και αναρτιούνταν στις πύλες των ιερών και σε δημόσιους χώρους. Στην Αθήνα μάλιστα των κλασικών χρόνων υπήρχε δεκαμελής ομάδα από την Βουλή που ήταν υπεύθυνη για την διεξαγωγή μεγάλων γιορτών και την επίβλεψη συμμετοχής των πιστών. Επίσης διάφοροι άρχοντες όπως ο άρχων βασιλεύς, ο επώνυμος άρχων και ο πολέμαρχος είχαν και θρησκευτικά καθήκοντα που σχετίζονταν με τις θυσίες, την αποστολή ιερατικών ομάδων σε θρησκευτικά κέντρα και την εκδίκαση υποθέσεων ασέβειας.
Η σύνδεση της θρησκείας με το κράτος φαίνεται και από τον δημόσιο χαρακτήρα ορισμένων διαβατήριων τελετών, καθώς σχετίζονταν με την ένταξη των νέων στην κοινωνία των πολιτών. Για παράδειγμα με το κούρειον τα αγόρια γίνονταν αποδεκτά στα πλαίσια της φρατρίας. Η αποδοχή αυτή σήμαινε και κατοχύρωση της άσκησης δικαιώματος πάνω στην κληρονομιά και την περιουσία.