Θέμα για το πώς έχει επηρεαστεί η συγκομιδή της ελιάς από τις αλλαγές του καιρού καθώς και τα αποτελέσματα που θα μπορούσε να έχει η κλιματική αλλαγή στην καλλιέργειας της ελιάς, φιλοξενεί το διεθνές πρακτορείο Ρόιτερς.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο περασμένος χειμώνας δεν ήταν αρκετά κρύος και υγρός στην πιο γνωστή ελαιοπαραγωγική περιοχή της Ελλάδας στα νότια της χώρας, την Καλαμάτα.
Την άνοιξη, οι θερμοκρασίες έφτασαν τους 38 βαθμούς Κελσίου καταστρέφοντας τα άνθη που επρόκειτο να εξελιχθούν σε ελιές.
Στη συνέχεια, το καλοκαίρι έφερε το χειρότερο κύμα καύσωνα των τελευταίων δεκαετιών, ξεραίνοντας τις ελιές και πυροδοτώντας πυρκαγιές που έκαψαν εκατοντάδες χιλιάδες δέντρα.
“Η φετινή χρονιά μας έδειξε ότι το δέντρο δεν μπορεί να ανταπεξέλθει σε δύσκολες καιρικές συνθήκες. Παρόλο που βρισκόμαστε στην Μεσόγειο και έχουμε ζεστά καλοκαίρια, αυτές οι ακραίες καιρικές συνθήκες είναι πολύ δύσκολες για την ελιά, με αποτέλεσμα να βλέπουμε δέντρα χωρίς καρπούς. Αυτό είναι ένα κλασικό παράδειγμα της περιβαλλοντικής αλλαγής που περνάμε”, δηλώνει ο Μιχάλης Αντωνόπουλος, αγρότης και επικεφαλής του τοπικού συνεταιρισμού ελαιοπαραγωγών.
Ο κ. Αντωνόπουλος εκτιμά ότι η περιφερειακή παραγωγή θα μειωθεί κατά 50%.
“Γινόμαστε μάρτυρες φαινομένων και προβλημάτων που δεν βλέπαμε πριν από 20 χρόνια”, πρόσθεσε.
Η Ευρώπη μόλις πέρασε το πιο ζεστό καλοκαίρι που έχει καταγραφεί ποτέ και οι επιστήμονες λένε ότι οι ακανόνιστες καιρικές συνθήκες που έβλαψαν τα ελαιόδεντρα είναι αυτό που μπορεί να αναμένεται από την κλιματική αλλαγή.
“Το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα θα είναι ότι ορισμένες περιοχές, ειδικά στη νότια Ελλάδα, όπως η Κρήτη, δεν θα μπορούν να καλλιεργήσουν ελιές ή θα έχουν πολύ μειωμένες αποδόσεις”, τονίζει ο Σταύρος Βέμμος, ειδικός σε θέματα ελιάς και καθηγητής της πομολογίας, της επιστήμης της οπωροκαλλιέργειας.
Η Ελλάδα είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός ελαιολάδου στον κόσμο και η ελληνική ποικιλία είναι ιδιαίτερα περιζήτητη για την υψηλή ποιότητά της, γνωστή ως “έξτρα παρθένο”.
Η χώρα παρήγαγε 275.000 τόνους ελαιολάδου το 2020-21 και περισσότεροι από τους μισούς πήγαν στο εξωτερικό, γεγονός που την καθιστά τον τέταρτο μεγαλύτερο εξαγωγέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εκτελεστική επιτροπή της ΕΕ προβλέπει ότι η παραγωγή θα μειωθεί στις 230.000 τόνους το 2021-22.
Το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου ελαιολάδου προέρχεται από την περιοχή της Μεσογείου και στις γεωργικές προοπτικές της για την επόμενη δεκαετία, η Επιτροπή προέβλεψε ότι η παραγωγή στην ΕΕ θα αυξηθεί, αλλά ότι η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να επηρεάσει τις ετήσιες αποδόσεις και την ποιότητα του ελαιολάδου. Για την Ελλάδα, προέβλεψε περιορισμένη μείωση της παραγωγής.
Μπουκάλια με ελαιόλαδο Καλαμάτας βρίσκονται σε εστιατόρια μέχρι την Ιαπωνία, αλλά οι αγρότες ανησυχούν ότι αν οι αποδόσεις συνεχίσουν να μειώνονται, δεν θα είναι σε θέση να καλύψουν τη ζήτηση για αυτό που αποκαλούν “πράσινο χρυσό”, θέτοντας σε κίνδυνο την τοπική οικονομία.
“Πιστεύω ότι τα επόμενα χρόνια, με όλα αυτά που συμβαίνουν, θα έχουμε πρόβλημα να καλύψουμε τις ανάγκες της αγοράς, ειδικά της εξωτερικής αγοράς. Η Καλαμάτα έχει γίνει γνωστή με τις ελιές και το ελαιόλαδο από την περιοχή και υπάρχει αυξημένη ζήτηση, αλλά δεν πιστεύω ότι θα μπορέσουμε να καλύψουμε τις ανάγκες στο μέλλον”, αναφέρει ο κ. Αντωνόπουλος.
Πηγή: Ρόιτερς