Λίγες ώρες μετά από τις προκλητικές δηλώσεις του Ομέρ Τσελίκ, η κλιμάκωση στην ένταση των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, συνεχίζεται από την πλευρά της γείτονος χώρας.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως αναφέρει το τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu, ο Έλληνας πρέσβης στην Άγκυρα, Χριστόδουλος Λάζαρης, κλήθηκε προκειμένου να δώσει εξηγήσεις στο υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας.
Οι λόγοι που επικαλείται το Τούρκικο Υπουργείο Εξωτερικών για την συγκεκριμένη κίνηση αφορούν την «η παροχή διευκολύνσεων στην Ελλάδα σε τρομοκρατικές οργανώσεις όπως το PKK, η FETÖ και η DHKP-C, τις οποίες η Τουρκία καταπολεμά, καθώς και η δράση του PKK που οργανώθηκε κοντά στην τουρκική πρεσβεία στην Αθήνα».
Σύμφωνα πάντα με το τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu, το τουρκικό ΥΠΕΞ ενημέρωσε τον Έλληνα πρέσβη Χριστόδουλο Λάζαρη ότι οι προαναφερθείσες οργανώσεις διεξάγουν εύκολα δραστηριότητες προπαγάνδας, χρηματοδότησης και στρατολόγησης στην Ελλάδα και ότι η Ελλάδα θεωρείται ακόμα περισσότερο ως ασφαλές καταφύγιο για «κύκλους που συνδέονται με την τρομοκρατία».
Παρουσιάστηκε μάλιστα στον κ. Λάζαρη, το παράδειγμα του στρατοπέδου του Λαυρίου, όπου όπως χαρακτηριστικά του ανέφεραν, «οι τρομοκράτες που απειλούν την ασφάλεια της Τουρκίας επωφελούνται από κάθε είδους υλικοτεχνική υποδομή και εγκαταστάσεις εκπαίδευσης».
Μάλιστα οι Τούρκοι υποστηρίζουν ότι το στρατόπεδο του Λαυρίου έχει μετατραπεί σε τρομοκρατική «φωλιά», ανάλογη με τα στρατόπεδα του PKK στο Ιράκ και τη Συρία, ενώ η αντίδραση και οι απόψεις της Τουρκίας επί του θέματος μεταφέρθηκαν στον κ. Λάζαρη λόγω της δράσης που ξεκίνησε από τον εν λόγω καταυλισμό και εξελίχθηκε σε ανοιχτή διαδήλωση του PKK κοντά στην τουρκική πρεσβεία στην Αθήνα.
Επίσης στη διάρκεια της συνάντησης του εκφράστηκαν οι ανησυχίες της Τουρκικής πλευράς, σχετικά με την ασφάλεια των τουρκικών αντιπροσωπειών και των πολιτών στην Ελλάδα. Η τουρκική πλευρά επανέλαβε τις προσδοκίες που έχει για αποτελεσματική συνεργασία στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, ενώ του τονίστηκε ξεκάθαρα η ανάγκη να εκπληρώσει η Ελλάδα τις υποχρεώσεις της, που απορρέουν από τις σχέσεις γειτονίας και το διεθνές δίκαιο στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας.