Γράφει η Δικηγόρος Παρ’Αρειω Πάγω Αναστασία Χρ. Μήλιου*
Είναι γνωστή η τακτική των εισπρακτικών εταιρειών να ενοχλούν τους
οφειλέτες με τηλεφωνήματα προκειμένου να επιτευχθεί η είσπραξη
καθυστερούμενων οφειλών. Αυτό είναι νόμιμο και αποδεκτό στο μέτρο που έχει
κριθεί και από τη νομολογία των δικαστηρίων. Δηλαδή να υπάρχει όριο
τηλεφωνικών κλήσεων την ημέρα, να μην καλούν τρίτα πρόσωπα κ.α. πολλά.
Επίσης είναι γνωστό ότι λέξεις όπως πλειστηριασμός ακινήτου και
κατάσχεση περιουσίας, προκαλούν μεγάλο άγχος και συναισθηματική φόρτιση
στην πλειοψηφία των δανειοληπτών που αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα
δάνειά τους. Πολλοί δε από αυτούς ακόμα και σήμερα δεν είναι επαρκώς
ενημερωμένοι για την διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης και της νόμιμης
διαδρομής που πρέπει να ακολουθηθεί προκειμένου να γίνει μια κατάσχεση και
ένα σπίτι να βγει σε πλειστηριασμό.
Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί ότι οι εισπρακτικές δεν ενεργούν
πάντα μέσα στα όρια της καλοπιστίας, της αξιοπιστίας και της πλήρους
νομιμότητας, αλλά χρησιμοποιούν όχι τόσο πρόσφορα μέσα για να επιτύχουν το
στόχο τους.
Για παράδειγμα, άτομα, τα οποία δεν έχουν την νομική ιδιότητα, ούτε
φυσικά και τις νομικές γνώσεις, παρουσιάζονται ως δικηγόροι στους οφειλέτες.
Η ιδιότητα αυτή σε αρκετούς ανθρώπους ιδιαίτερα μεγαλύτερης ηλικίας
προκαλεί άγχος, στρες και φόβο. Όχι σπάνια, χρησιμοποιώντας την δικηγορική
ιδιότητα, εκφοβίζουν τον οφειλέτη ότι αν δεν πληρώσει άμεσα θα γίνει την
επόμενη μέρα κατάσχεση της κατοικίας του. Υπό την συναισθηματική αυτή πίεση
και την απειλή άμεσης κατάσχεσης της περιουσίας τους, τους αποσπούν
πληροφορίες που με διαφορετικό τρόπο οι υπάλληλοι της εισπρακτικής δεν θα
είχαν πρόσβαση.
Επίσης υπό την απειλή του άμεσου πλειστηριασμού τους πιέζουν σε
άμεση καταβολή χρηματικών ποσών χωρίς να έχει προηγηθεί υπογραφή
δανειακής σύμβασης ή ακόμα και για την υπογραφή δανειακής σύμβασης με το
δόλωμα του μεγάλου κουρέματος και μείωσης της οφειλής.
Γιατί λοιπόν τότε ο οφειλέτης θα πρέπει να πονηρευτεί και να συμβουλευτεί
άμεσα δικηγόρο πριν προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια που εν αγνοία του νομικά
θα καταστεί δυσμενής για εκείνον;
1. Όταν συνήθως γίνεται πρόταση για κούρεμα και μείωση της οφειλής από
τα funds δύο είναι οι συνήθεις περιπτώσεις:
α) Ο οφειλέτης ΔΕΝ έχει καθόλου ακίνητη περιουσία στο όνομά του.
Τι σημαίνει αυτό για τον οφειλέτη; Σημαίνει ότι το fund δεν μπορεί με την
δικαστική οδό, (δηλαδή μέσω καταγγελίας δανειακής σύμβασης, έκδοσης δγης
πληρωμής και έναρξης αναγκαστικής εκτέλεσης) να προχωρήσει σε
πλειστηριασμό ακινήτου γιατί απλούστατα δεν υπάρχει περιουσία και
προσπαθει να τον δελεάσει ώστε να δώσει κάποιο ποσό οικειοθελώς.
Επομένως προσπαθεί να οδηγήσει τον δανειολήπτη να πληρώσει
οποιοδήποτε ποσό αφού το fund δεν έχει όφελος για να προχωρήσει σε
πλειστηριασμό. Π.χ. αν μια οφειλή ανέρχεται με τόκους και τόκους
καθυστέρησης σε ποσό 70.000 ευρώ μπορεί να γίνει πρόταση για ρύθμιση στις
5.000 ευρώ ή και σε εφάπαξ καταβολή μικρότερου ποσού και εξόφληση. Γιατί
γίνεται αυτό; Γιατί η εισπρακτική θα πάρει τουλάχιστον αυτό το ποσό από το
τίποτα που θα λάβει αν ο οφειλέτης δεν καταβάλει χρήματα οικειοθελώς.
β) Το fund δεν μπορεί να καταθέσει αίτηση για Δγη Πληρωμής στο Δικαστήριο
γιατί δεν διαθέτει όλα τα προαπαιτούμενα έγγραφα.
Τι σημαίνει αυτό για τον οφειλέτη; Σημαίνει ότι το fund δεν μπορεί με την
δικαστική οδό, (δηλαδή μέσω καταγγελίας δανειακής σύμβασης, έκδοσης
δγης πληρωμής και έναρξης αναγκαστικής εκτέλεσης) να εισπράξει τα
οφειλόμενα.
Προσπαθεί λοιπόν να πιέσει τον οφειλέτη να συμφωνήσει στην αποδοχή
της οφειλής μέσω υπογραφής νέου ιδιωτικού συμφωνητικού με το fund
αποδοχής του χρέους στο οποίο πάντα αναγράφεται το ποσό της συνολικής
οφειλής (το οποίο σπανίως μπορεί να ελεγχθεί από τον οφειλέτη αν είναι
πραγματικό και νόμιμο) και εν συνεχεία η μείωση αυτού και οι
συμφωνημένες δόσεις καταβολής.
Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης υπογράφει σύμβαση αποδοχής και
αναγνώρισης της οφειλής, την οφείλει ολόκληρη και αν δεν τηρήσει την
συμφωνία, η εισπρακτική θα έχει στην διάθεση της ιδιωτικό συμφωνητικό με
το οποίο θα μπορεί να κινηθεί για να προχωρήσει σε εκτέλεση και
πλειστηριασμό, κάτι που δεν θα μπορούσε να γίνει αν οφειλέτης δεν είχε
υπογράψει τη νέα αυτή σύμβαση.
2. Όταν η εισπρακτική πιέζει για άμεση καταβολή χρημάτων σε τραπεζικό
λογαριασμό:
Εκτός από τις ανωτέρω δύο περιπτώσεις α) και β) μπορεί να σημαίνει ότι ο
φάκελος του χρέους έχει δοθεί σε μικρή εισπρακτική εταιρεία που προσπαθεί
να λάβει καταβολές οι οποίες αν δεν συνοδεύονται από σύμβαση ρύθμισης
καταλήγουν στην καλύτερη περίπτωση να πιστώνονται στα έξοδα του
δανείου ή στους τόκους υπερημερίας και όχι στο άληκτο κεφάλαιο με
αποτέλεσμα να μην υπάρχει κανένα ουσιαστικό όφελος για τον δανειολήπτη
ειδικά αν αυτό γίνεται σε τακτική βάση.
3. Όταν οι υπάλληλοι της εισπρακτικής κάνουν πολλές ερωτήσεις ζητώντας
πληροφορίες:
Πρακτικά σημαίνει ότι έχουν έρθει σε κάποιο αδιέξοδο. Π.χ. μπορεί ο
αρχικός οφειλέτης να έχει αποβιώσει και με τις ερωτήσεις να αποσπούν
πληροφορίες για την ημερομηνία και τον τόπο θανάτου αλλά και τους
συγγενείς του ακόμα και την οικονομική τους κατάσταση ώστε να συλλέξουν
μετά τα απαιτούμενα στοιχεία και να κινηθούν εναντίον τους αν αυτό είναι
εφικτό ή να προσπαθήσουν να επιτύχουν την υπογραφή από τους
κληρονόμους της σύμβασης αποδοχής και ρύθμισης του χρέους με τις
συνέπειες που λεπτομερώς περιγράφονται ανωτέρω.
Η γενική πρακτική δείχνει ότι όταν η εισπρακτική έχει ισχυρή δανειακή
σύμβαση και υπάρχει ακίνητη περιουσία, δεν καλεί τον οφειλέτη, δεν του
κάνει πρόταση ρύθμισης ούτε μείωση κεφαλαίου. Χωρίς καμία
προειδοποίηση προβαίνει αρχικά σε καταγγελία της δανειακής σύμβασης (αν
δεν έχει γίνει στο παρελθόν από την τράπεζα) και εν συνεχεία στην έκδοση
δγης πληρωμής.
Η οποιαδήποτε από μέρους τους επίμονη προσέγγιση του οφειλέτη για
ρυθμιση της οφειλής, δεν σημαίνει μόνο καλή θέληση από μεριάς της
εισπρακτικής αλλά πιθανόν και μία προσπάθεια να δημιουργήσει για όφελος
της τις προϋποθέσεις που θα την βοηθήσουν να διεκδικήσει στο μέλλον
χρηματικά ποσά.
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΧΡ. ΜΗΛΙΟΥ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΠΑΡ’ΑΡΕΙΩ ΠΑΓΩ