ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ: Την Παρασκευήν, 6ην / 19ην Αυγούστου 2022, εωρτάσθη υπό του Πατριαρχείου η Δεσποτική εορτή της Μεταμορφώσεως του Κυρίου.
Κατά την εορτήν αυτήν η Εκκλησία αναμιμνήσκεται ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός προ του πάθους Του παρέλαβε τρεις από τους προκρίτους μαθητάς, Πέτρον και Ιάκωβον και Ιωάννην και ανέβησαν εις το Όρος Θαβώρ και εκεί ενώπιον αυτών μετεμορφώθη
Εκεί υπέκρυψεν ολίγον την ανθρωπίνην φύσιν Του και απεκάλυψεν εις τους μαθητάς την θείαν Του φύσιν εν τη λαμπρότητι αυτής, τη λαμπούση υπέρ ήλιον και εν τοις ιματίοις Αυτού ούσιν λευκοίς ως χιών και ώφθη μετά των προφητών Μωϋσέως και Ηλιού συλλαλών αυτοίς περί του πάθους Αυτού, του μέλλοντος συμβαίνειν εις Ιερουσαλήμ και επεσκίασεν αυτούς νεφέλη φωτεινή και εν τούτοις ηκούσθη η φωνή του Πατρός «Ούτός εστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ηυδόκησα, Αυτού ακούετε» και ο Πέτρος εζήτησε παρ΄ Αυτού να ποιήσουν τρεις σκηνάς διά να μείνουν εκεί, (Ματθ. 17, 1-5). Το όραμα τούτο απεκάλυψεν ο Κύριος, φανερών την δόξαν της Αναστάσεως Αυτού, διά να ενισχύση τους μαθητάς Του κατά την ώραν του πάθους και διά να δείξη το προ της πτώσεως πρωτόκτιστον κάλλος του ανθρώπου, το απολεσθέν και δυνάμενον να επαναποκτηθή υπό των ανθρώπων εν Αυτώ. Μετά τούτο παρέλαβεν ο Κύριος τους μαθητάς Αυτού και κατέβησαν από του Όρους.
Το γεγονός τούτο εωρτάσθη εις το Όρος Θαβώρ διά νυκτερινής υπαιθρίου θείας Λειτουργίας, προεξάρχοντος του Πατριάρχου κ. Θεοφίλου, συλλειτουργούντων Αυτώ τοτ Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, του Επισκόπου Εσθονίας του Πατριαρχείου Μόσχας κ. Σεργίου, του Αρχιμανδρίτου π. Παρθενίου, του Αρχιμανδρίτου π. Αλεξάνδρου της Ρωσικής Αποστολής εις Ιεροσόλυμα, πολλών παρεπιδημούντων Ιερέων των Πατριαρχείων Μόσχας και Ρουμανίας, πολλών Πρεσβυτέρων Ιερέων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, του Αρχιδιακόνου π. Μάρκου και του Ιεροδιακόνου π. Ευλογίου, ψάλλοντος του Ηγουμένου της Άκκρης Αρχιμανδρίτου π. Φιλοθέου και της χορωδίας συσταθείσης υπ’ αυτού και μετέχοντος αθρόου πιστού λαού.
Προ του Κοινωνικού της θείας Λειτουργίας εκήρυξε τον θείον λόγον ο Μακαριώτατος ως έπεται:
«Θεός όλος υπάρχων, όλος βροτός γέγονας, όλη τη θεότητι μίξας, την ανθρωπότητα, εν υποστάσει σου, ην εν δυσί ταίς ουσίαις Μωσής Ηλίας τε, είδον εν όρει Θαβώρ», αναφωνεί ο υμνωδός άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός».
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
ευλαβείς Χριστιανοί και προσκυνηταί,
Σήμερον η αγία του Χριστού Εκκλησία περιχαρώς εορτάζει την ανάμνησιν της θείας Μεταμορφώσεως του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, διό και ημείς κλήρός τε και λαός ανήλθομεν εν τω Ιερώ τούτω τόπω, τω θαβωρείω δηλονότι όρει, ίνα μετά των Αγίων Αποστόλων βοήσωμεν: «ο των πατέρων Θεός ευλογητός ει».
«Ως μέγα και φοβερον, ωράθη θέαμα σήμερον! εξ ουρανού αισθητός, εκ γης δε ασύγκριτος, εξήστραψεν ήλιος της δικαιοσύνης, νοητός επί του όρους Θαβώρ», υμνολογεί ο Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός, θαυμάζων το γεγονός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος ημών Χριστού. Όντως «τα ανήκουστα ηκούσθη· ο απάτωρ γαρ Υιός εκ της Παρθένου τη πατρώα φωνή, ενδόξως μαρτυρείται, οία Θεός και άνθρωπος, ο αυτός εις τους αιώνας».
Επειδή πολλάκις ο Χριστός ωμίλησεν εις τους μαθητάς Αυτού περί του σταυρικού Αυτού πάθους και του θανάτου Αυτού ως και της τριημέρου ταφής και της λαμπροφόρου Αναστάσεως, αλλά και του μαρτυρικού τέλους των μαθητών Αυτού· και βουλόμενος ίνα πληροφορήση και δείξη τι ακριβώς είναι η μέλλουσα δόξα Αυτού του όντος «αγαπητού Υιού του Θεού Πατρός», (Πρβλ. Ματθ. 17,5), παρέλαβε «τον Πέτρον και ‘Ιάκωβον και ‘Ιωάννην τον αδελφόν αυτού και αναφέρει αυτούς εις όρος υψηλόν κατ’ ιδίαν· και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, και έλαμψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φως· και ιδού ώφθησαν αυτοίς Μωσής και ‘Ηλίας μετ’ αυτού συλλαλούντες… ιδού νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν αυτούς, και ιδού φωνή εκ της νεφέλης λέγουσα· ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα· αυτού ακούετε», (Ματθ. 17, 1-6).
Ερμηνεύων τους ευαγγελικούς τούτους λόγους ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει: «Πεπράχθαι δε φαμέν την Μεταμόρφωσιν Αυτού ουχί δήπου το σχήμα το ανθρώπινον αποβαλόντος του σώματος, αλλά δόξης τινός φωτοειδούς περιστελλούσης αυτό και τον ατιμότατον της σαρκός χαρακτήρα μεταχρωννύσης ώσπερ εις όψιν ευκλεεστέραν, κατά το «σπείρεται εν ατιμία εγείρεται εν δόξη» (Α΄ Κορ. 15, 43) παρά του θείου Παύλου ειρημένον. Νυν μεν γαρ αυτό σαρξ εστι γυμνή, ου δόξη κατακεχρωσμένη, ου λαμπρότητι φυσική κατηγλαισμένη, ψιλήν δε και μόνην την εκ φύσεως αδοξίαν τε ομού και ασθένειαν έχουσα. Κατά δε τον της αναστάσεως καιρόν εξαλλαγή τις έσται θεοπρεπής και δόξης ου σχήματος μεταβολή. Θείας γαρ δόξης επιβλήμασι περιαστράψει λοιπόν. Εκλάμψουσι γαρ οι δίκαιοι καθάπερ ο ήλιος εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών».
[Και απλούστερον· Λέγομεν δε ότι η Μεταμόρφωσις του Χριστού εγένετο χωρίς βεβαίως να αποβάλλη το ανθρώπινον σχήμα του σώματος, αλλά διά της περιβολής κάποιας φωτοειδούς δόξης, η οποία μετέβαλε το χρώμα του αναξίου τιμής χαρακτήρος της σαρκός εις ενδοξοτέραν όψιν [= εμφάνισιν], όπως ακριβώς λέγει ο θείος Παύλος: «σπείρεται το σώμα εν ατιμία και εγείρεται εν δόξη», (Α’ Κορ. 15, 43). Επομένως λοιπόν, αυτό το σώμα είναι γυμνή σάρκα μη χρωματισθείσα εντελώς με δόξα ούτε με φυσική λαμπρότητα, αλλ΄ έχουσα ψιλήν=[απλήν] και μόνην την εκ φύσεως αδοξίαν [= άνευ θείας δόξης] μαζί με την ασθένειαν. Κατά δε τον καιρόν της Αναστάσεως θα υπάρξη κάποια πλήρης θεοπρεπής αλλαγή δόξης και ουχί μεταβολή σχήματος. Διότι τότε λοιπόν θα περιαστράψη με τους μανδύας της θείας δόξης: «εκλάμψουσιν γαρ οι δίκαιοι καθάπερ ο ήλιος εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών», (Ματθ. 13,43).
Αξιοσημείωτον της σημερινής εορτής είναι το γεγονός ότι «ο Ων, σήμερον επ’ όρος Θαβώρ, μεταμορφωθείς επί των μαθητών, έδειξε το αρχέτυπον κάλλος της εικόνος, εν εαυτώ την ανθρωπίνην αναλαβών ουσίαν», κατά τον υμνωδόν. Με άλλα λόγια, ο Σωτήρ ημών Χριστός απεκάλυψε αμυδρώς εις τους μαθητάς αυτού το άρρητον μεγαλείον της θεότητος Αυτού, τουτέστιν το άκτιστον φως ως ιστορούν οι Ευαγγελισταί: «και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, και έλαμψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φως», (Ματθ. 17,2).
Ερμηνεύων τους ευαγγελικούς τούτους λόγους ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει: «Αυτός γαρ ο Χριστός εστί το φως το αληθινόν, το εξ αληθινού και αΰλου φωτός αιδίως γεννώμενον, ο εκ Πατρός ενυπόστατος Λόγος, το της δόξης απαύγασμα, ο φυσικός χαρακτήρ της του Θεού και Πατρός υποστάσεως» (Πρβλ. Εβρ. 1,3)· τούτου το πρόσωπον έλαμψεν». Εξηγών δε τον τρόπον της ελλάμψεως του θείου και ακτίστου φωτός εκ του προσώπου του Χριστού, αναφέρει ως παράδειγμα το φως του ηλίου λέγων: «Αμήχανον δε απαραλήπτως εν τη κτίσει το άκτιστον εικονίζεσθαι· αλλ’ ώσπερ ο ήλιος εις μεν εστιν, έχει δε ουσίας δύο, του τε φωτός ο γεγένηται πρότερον, και του τη κτίσει εφυστερίζοντος σώματος, δι’ όλου δε του σώματος το φως αδιαιρέτως ήνωται, και του σώματος εφ’ εαυτού μένοντος το φως πάσης της γης εφαπλούται τοις πέρασιν, ούτω και ο Χριστός, φως εκ φωτός άναρχον ων και απρόσιτον, εν χρονικώ και κτιστώ γενόμενος σώματι, εις εστιν ήλιος δικαιοσύνης, εις Χριστός, εν δύω αδιαιρέτως ταίς φύσεσι γνωριζόμενος».
[Και απλούστερον· δότι είναι αδύνατον να εικονισθή το άκτιστον μέσα εις την κτίσιν χωρίς να μειωθή. Αλλ’ όπως ακριβώς ο ήλιος είναι ένας, έχει όμως δύο ουσίες, την ουσίαν του φωτός που έχει γίνει προηγουμένως και την ουσίαν του σώματος που κτίσθηκε μεταγενέστερα, και το φως ενώθηκε αδιαίρετα με όλο το σώμα και εν ω το σώμα προσδιορισμένο από τον χρόνο και κτιστό, είναι ένας ήλιος της δικαιοσύνης, ένας Χριστός, που τον γνωρίζουμε με δύο φύσεις αδιαίρετες].
«Έτι αυτού λαλούντος, ιδού νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν αυτούς» (Ματθ. 17,5). Ερμηνεύων τον ευαγγελικόν τούτον λόγον, ο μύστης της θείας ελλάμψεως και του ακτίστου φωτός Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει: «Αλλά τις αυτή η νεφέλη και πως, φωτεινή ούσα, επεσκίασεν αυτούς; Μη αυτή το απρόσιτον εστι φως, εν ω Θεός κατοικεί και ο φως αναβάλλεται ως ιμάτιον; … φησί… «έθετο σκότος αποκρυφήν αυτού, κύκλω αυτού η σκηνή αυτού», (Ψαλμ. 17,12). Καίτοι, καθ’ ο φησίν ο Απόστολος, «μόνος έχων αθανασίαν, φως οικών απρόσιτον» (Α΄ Τιμ. 6,16), ώστε το αυτό και φως εστιν ενταυθοί και σκότος , δι’ υπερέχουσαν φανότητα επισκιάζον». [Και απλούστερον· Αλλά ποία είναι αυτή η νεφέλη και πως, εν ω ήταν φωτεινή τους επεσκίασε; Μήπως είναι το απρόσιτον φως, εις το οποίον κατοικεί ο Θεός, το φως που ενδύεται σαν ιμάτιο; Διότι λέγει…. «κατέστησε το σκότος περικάλλυμά του σαν σκηνή κυκλική» (Ψαλμ. 17,12). Και όπως λέγει ο Απόστολος «είναι ο μόνος που έχει αθανασία και κατοικεί εις φως απρόσιτον» (Α΄ Τιμ. 6,16), ώστε εδώ το ίδιο το πράγμα είναι και φως και σκότος, που από υπερβολική λαμπρότητα επισκιάζει».
Αυτής ταύτης της θείας φωτιστικής δυνάμεως των ενεργειών του απροσίτου και ακτίστου φωτός της τρισηλίου Θεότητος, εγένοντο κοινωνοί και θεωροί όχι μόνον οι εν τω όρει Θαβώρ παρευρεθέντες Προφήται και Απόστολοι, αλλ’ άπαντες οι δίκαιοι και άγιοι της Εκλησίας του Χριστού.
Δεηθώμεν και ημείς, αγαπητοί μου αδελφοί, του εν τω όρει τούτω Μεταμορφωθέντος Θεού και Σωτήρος ημών Χριστού, ίνα σημειωθή εφ’ ημάς το φως του προσώπου Αυτού και αξιωθώμεν της θεωρίας της απροσίτου δόξης Αυτού.
Μετά δε του υμνωδού είπωμεν: «Φως αναλλοίωτον Λόγε, φωτός Πατρός αγεννήτου, εν τω φανέντι φωτί σου, σήμερον εν Θαβωρίω, φως είδομεν τον Πατέρα, φως και το Πνεύμα, φωταγωγούν πάσαν κτίσιν». Αμήν. Έτη πολλά».
Ωσαύτως ετελέσθη πρωινή θεία Λειτουργία υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναζαρέτ κ. Κυριακού εις τον ιερόν Ναόν τούτον, αγιογραφηθέντα εξ ολοκλήρου υπό του ρέκτου ηγουμένου Αρχιμανδρίτου π. Ιλαρίωνος, την δε μεσημβρίαν παρετέθη εόρτιος τράπεζα.
Το γεγονός αυτό εωρτάσθη ωσαύτως εις την Ιεράν Μονήν Μεταμορφώσεως εν Ραμάλλα, προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Πέλλης κ. Φιλουμένου, τη φιλοξενία του δραστηρίου ηγουμένου Αρχιμανδρίτου π. Γαλακτίωνος και αθρόα συμμετοχή πιστού λαού προσευχομένου εν κατανύξει πολλή.
Επίσης εωρτάσθη και εις το Θεομητορικόν Μνήμα εν Γεθσημανή, προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Σεβαστείας κ. Θεοδοσίου τη φιλοξενία του ηγουμένου Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ελενουπόλεως κ. Ιωακείμ και μετέχοντος ικανού εκκλησιάσματος εκ μοναχών, μοναζουσών, προσκυνητών και Αραβοφώνων πιστών.