Την επίτευξη της αυτοδυναμίας προτάσσει σε κάθε δημόσια αλλά και ιδιωτική συζήτηση ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θέτοντας από τώρα ένα ξεκάθαρο δίλημμα για τις επόμενες εκλογές. Στο πλαίσιο αυτό ο πρωθυπουργός κλείνει κάθε σενάριο περί συγκυβέρνησης με τον Κυριάκο Βελόπουλο και το κόμμα της Ελληνικής Λύσης, ένα σενάριο το οποίο υπάρχει στο παρασκήνιο εδώ και αρκετό καιρό.
Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της «Κ», ο πρωθυπουργός μιλώντας σε συνεργάτες του προσφάτως ανέφερε χαρακτηριστικά πως «δεν τίθεται απολύτως κανένα ζήτημα κυβερνητικής συνεργασίας με τον Βελόπουλο», αποτυπώνοντας με αυτόν τον τρόπο την ξεκάθαρη στρατηγική του κόμματός του.
Ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθαρίζοντας πως δεν υπάρχει καμία πιθανότητα συγκυβέρνησης με τον κ. Βελόπουλο, υπηρετεί την κεντρική στρατηγική του περί αυτοδυναμίας με τρεις τρόπους:
- Πρώτον, απευθύνεται στο κεντρώο και σοβαρό ακροατήριο που εν πολλοίς θα κρίνει τις επόμενες εκλογές, καθώς το να αιωρείται πιθανή συνεργασία με την Ελληνική Λύση είναι βέβαιο πως θα απομάκρυνε κεντρώους και μετριοπαθείς ψηφοφόρους από τη Ν.Δ.
- Δεύτερον, «απαντά» εμμέσως στον κ. Ανδρουλάκη ο οποίος έχει δηλώσει πως αν αναζητά η Ν.Δ. συγκυβέρνηση να την ψάξει στο πρόσωπο του κ. Βελόπουλου.
- Τρίτον, αποκρυσταλλώνει τη στρατηγική του κόμματος για την επίτευξη της αυτοδυναμίας συσπειρώνοντας τους πολίτες που αφενός δεν θέλουν περιπέτειες, αφετέρου δεν επιθυμούν επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα.
Πλην των παραπάνω στρατηγικών στόχων, η δεδομένη πρόθεση του Μητσοτάκη, που θα εκφραστεί και δημοσίως το επόμενο διάστημα, να αποκλείσει κάθε πιθανότητα συγκυβέρνησης με την Ελληνική Λύση υπηρετεί και έναν ακόμα στόχο:
Με αυτόν τον τρόπο συμπιέζει το κόμμα της Ελληνικής Λύσης και όσους ψηφοφόρους του δεν θέλουν να δουν επιστροφή του κ. Τσίπρα στην εξουσία, επιχειρώντας να το οδηγήσει μέσω της δεδομένης πόλωσης που θα υπάρξει όσο πηγαίνουμε προς τις εκλογές ακόμα και εκτός Βουλής. Τούτο θα βοηθούσε πολύ τη Νέα Δημοκρατία, καθώς το ποσοστό της αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος θα εξαρτηθεί από το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής.
Συγκεκριμένα για κάθε 1% που λαμβάνει ένα κόμμα εκτός Βουλής, πέφτει κλιμακωτά κατά 0,4, 0,3 κτλ. το ποσοστό αυτοδυναμίας. Αυτό σημαίνει πως εάν η Ελληνική Λύση ή το ΜέΡΑ25 που είναι κόμματα Βουλής έμεναν εκτός με οριακά ποσοστά, τότε αυτομάτως το ποσοστό που θα χρειαζόταν η Ν.Δ. για να κερδίσει την αυτοδυναμία θα έπεφτε ακόμα και πέριξ του 36,5 με 37%. Τα δύο κόμματα πάντως δεν είναι αυτή τη στιγμή σε τροχιά εξόδου από τη Βουλή –ειδικά το κόμμα Βελόπουλου είναι σταθερό–, που σημαίνει ότι με τα σημερινά δεδομένα η Ν.Δ. θα χρειάζεται ποσοστό πάνω από το 37,5% στις δεύτερες εκλογές για να πάρει την αυτοδυναμία. Είναι δεδομένο πάντως πως με βάση αυτούς τους υπολογισμούς το κυβερνών κόμμα θα ήθελε πολλά μικρά κόμματα με σημαντικό ποσοστό εκτός Βουλής, ώστε να το διευκολύνουν. Στο πλαίσιο αυτό η κινητικότητα που υπάρχει στα δεξιά του θα μπορούσε να το ευνοήσει. Αυτή τη στιγμή αρκετά κόμματα, όπως των κ. Τζήμερου – Κρανιδιώτη αλλά και οι Ελληνες του έγκλειστου στις φυλακές Ηλία Κασιδιάρη, λαμβάνουν ποσοστά που εντοπίζονται στις δημοσκοπήσεις, χωρίς να καταφέρνουν να ξεπερνάνε το όριο του 3%. Αυτή η συνθήκη ευνοεί τη Ν.Δ.
Την ίδια ώρα, υπάρχουν πολλά μικρά κόμματα στα δεξιά της Ν.Δ., που το προηγούμενο διάστημα έγιναν προσπάθειες συνένωσής τους. Το κόμμα του κ. Εμφιετζόγλου, ο ανεξάρτητος βουλευτής Κωνσταντίνος Μπογδάνος και στελέχη που κινούνται σήμερα εκτός Ν.Δ., όπως ο Μανώλης Αγγελάκας και ο Θανάσης Σκορδάς, έκαναν συζητήσεις, σε μερικές από τις οποίες συμμετείχε και ο Γιώργος Καρατζαφέρης, για πιθανή συνεργασία. Τέτοια προοπτική δεν φαίνεται πάντως στον ορίζοντα. Συνεπώς το μωσαϊκό που υπάρχει στα δεξιά της Ν.Δ. κάθε άλλο παρά την απειλεί. Με την παραπάνω στρατηγική ο κ. Μητσοτάκης θα επιχειρήσει αμφίπλευρη πίεση σε όλα τα κόμματα ώστε να περάσει τον πρώτο γύρο των εκλογών με απλή αναλογική όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα και να ξεδιπλώσει την κύρια αντεπίθεσή του στις δεύτερες εκλογές με το ερώτημα «σταθερή κυβέρνηση ή περιπέτειες». Σε όλες τις δημοσκοπήσεις καταγράφεται μία τάση που δείχνει πως η πλειονότητα των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ, παρά την αντίθετη μέχρι τώρα στάση της ηγεσίας τους, δεν βλέπουν αρνητικά τη Ν.Δ., ενώ σε μεγάλο ποσοστό πέριξ του 65% ομονοούν πως οι κυβερνήσεις συνεργασίας δεν αποδίδουν στην Ελλάδα. Με αυτά ως δεδομένα και με την πόλωση των δεύτερων εκλογών να είναι με βεβαιότητα πολύ μεγάλη, στο Μαξίμου θεωρούν πως το 37,5% με 38% είναι ένα στόχος εφικτός και θα επιτευχθεί στις επαναληπτικές εκλογές.